3 Μαΐου 2013

Πρωτομαγιά του 1938. Ο λόγος του Ιωάννου Μεταξά προς τους εργάτες του Πειραιά και των Αθηνών


Λόγος προς τον Εργατοϋπαλληλικόν Κόσμον. 1 Μαΐου 1938


Συνεχίζουμε την έρευνά μας και την ανάδειξη της προσωπικότητος του κυβερνήτου Ιωάννη Μεταξά και των έργων του, μέσα από τους λόγους του, χωρίς παρωπίδες και ιδεολογικά κολλήματα. 


Η «Μεταβολή» της 4ης Αυγούστου με τις εργατικές μεταρυθμίσεις φέρνει την ειρήνη μεταξύ των Ελλήνων.

Δεν ημπορεί παρά να δίδη χαρά μεγάλη και ικανοποίησιν εξαιρετικήν, σε όποιον το βλέπει, το θέαμα που παρέχει η σημερινή μεγαλειώδης συγκέντρωση των εργατών, εργατριών και υπαλλήλων, του εργατοϋπαλληλικού κόσμου των Αθηνών και του Πειραιώς, ο οποίος ήλθεν εδώ διά να εορτάση την Πρωτομαγιά με πλήρη συναδέλφωσιν μεταξύ του και με πλήρη συναδέλφωσιν προς ολόκληρον την Ελληνικήν κοινωνίαν, σαν μέλος αναπόσπαστο μέσα σε ένα και ενιαίον εθνικόν κοινωνικόν σύνολον. Και πρέπει να φέρη κανείς στο μυαλό του το τί ήτανε η 1η Μαΐου εδώ και λίγα χρόνια για να αισθανθή την ριζική Μεταβολή που επήλθε, την καταπληκτική πράγματι Μεταβολή. Γιατί εδώ και λίγα χρόνια η Πρωτομαγιά ήτανε η ημέρα που απειλούσε αιματοχυσία, ήτανε η ημέρα των συγκρούσεων των Ελλήνων μεταξύ τους, ήτανε η ημέρα που διετάραττε την τάξιν και την ησυχίαν της κοινωνίας, ήτανε η ημέρα των μεγάλων ταραχών. Τί έγινε εις το μεταξύ για να επέλθη αυτή η κολοσσιαία μεταβολή των πραγμάτων; Ήλθεν η Μεταβολή της 4ης Αυγούστου. Με το καθεστώς αυτό της 4ης Αυγούστου ο εργατοϋπαλληλικός κόσμος της Ελλάδος είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένος, όχι μόνον για τας κοινωνικάς μεταρρυθμίσεις που έφερε η Μεταβολή αυτή, αλλά και διότι ο αγώνας για την τύχη του κόσμου αυτού ήτανε η αιτία διά την οποίαν επεβλήθη η Μεταβολή της 4ης Αυγούστου. Μη λησμονήτε ότι και πριν από την 4ην Αυγούστου η Κυβέρνησίς μου ήθελε να βελτιώση την θέσιν των εργατών και των υπαλλήλων και να υψώσει το επίπεδον της ζωής των. Με σκοπόν ειλικρινή και με σκοπόν πραγματικόν είχα τότε, ως Πρόεδρος της Κυβερνήσεως εκείνης, συγκαλέσει μίαν επιτροπήν, που απετελείτο από αντιπροσώπους των εργατών και από αντιπροσώπους των εργοδοτικών τάξεων, με σοβαρόν σκοπόν να επιφέρω το ελάχιστον όριον των μεταρρυθμίσεων εκείνων που επραγματοποιήσαμεν κατόπιν. Μέλος δε τότε σημαίνον και βοηθός μου εις την επιτροπήν αυτήν ήτανε ο σημερινός Υπουργός της Εργασίας.

Η τελική απόφαση για την κατάλυση του κοινοβουλευτικού καθεστώτος και της επιβολής της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, επάρθη όταν τα ανθελληνικά και προδοτικά υποκείμενα του αντεργατικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος ΚΚΕ, απείλησαν με εκτεταμένες αναταραχές και απεργίες, αν η κυβέρνηση Μεταξά, θα εφάρμοζε τα φιλεργατικά μέτρα που είχε κατά νου...

Αλλά επειδή εκείνοι που δεν επέβλεπαν εις την βελτίωσιν της τύχης του εργαζόμενου κόσμου, παρά εις την εξαθλίωσιν αυτού, για να τον μεταχειρισθούν ως όργανον των ανατρεπτικών των σκοπών, επειδή οι κομμουνισταί είδαν σοβαρά ότι επρόκειτο πλέον η Κυβέρνησις  να πάρη εις τα χέρια της το εργατικό ζήτημα και να σώση τον εργατικόν και τον υπαλληλικόν κόσμον από την αθλιότητα που ευρίσκετο και ηννόησαν τον κίνδυνον διά τον ευατόν τους, ωργάνωσαν αμέσως την τρομακτικήν επανάστασιν. Ήτανε από καιρό κύριοι σχεδόν της καταστάσεως! Είχαν εισχωρήσει παντού, εις όλους τους κλάδους της υπαλληλίας, έως εις τον στρατόν και το ναυτικόν και την αεροπορίαν, μέσα ακόμη και εις την αστυνομίαν και την χωροφυλακήν και εις το εκπαιδευτικόν σώμα, το οποίον είχαν διαφθείρει εις τέτοιο σημείον, που ακόμα και σήμερα δεν απαλλαγήκαμε τελείως από τας συνεπείας. Και πού δεν είχαν εισχωρήσεις; Και γι’ αυτό με το δίκιο των εφαντάζοντο ότι ήσαν κύριοι της καταστάσεως! Και ποιός δεν τους υπεστήριζεν; Ο κοινοβουλευτικός κόσμος επιζητούσε τη συμμαχία τους είτε με φανερά έγγραφα σύμφωνα, τα οποία είναι πασίγνωστα, είτε και με μυστικάς συμφωνίας, που εγίνοντο εις κρυφάς συναντήσεις, τας οποίας ηρνούντο μεν κατόπιν, αλλά αι οποίαι ήσαν πραγματικαί, γιατί απεκαλύφθησαν. Αυτός ο κόσμος των εργοδοτών, η ανωτέρα αστική τάξις δεν ήξευρεν ούτε καν πώς να υπερασπίση τον εαυτόν της. Και όχι μονάχα τούτο, αλλά και πολιτικώς υπεστήριζεν η τάξις των εργοδοτών τα κόμματα της εποχής εκείνης, τα οποία είχαν κάμει την συμμαχίαν με τους κομμουνιστάς. Και είναι αλήθεια να απορή κανένας, πώς οι άνθρωποι αυτοί δεν κατάλαβαν ευθύς αμέσως την εξουσίαν, την οποίαν είχαν σχεδόν εις τα χέρια τους. ήθελαν να την καταλάβουν με μεγαλοπρέπειαν που θα κατέρριπτεν εντελώς το κάθε τι εις τον τόπον αυτόν και θα τον αιματοκυλούσε. Και πράγματι, όταν είδαν ότι αι μεταρρυθμίσεις θα εγίνοντο οπωσδήποτε, απέστειλαν τους αντιπροσώπους των εις ημάς, την Κυβέρνησιν, και μας έθεσαν ολίγας ημέρας προ της 4ης Αυγούστου το τελεσίγραφον, ότι ή θα αποσύρωμεν κάθε ιδέαν βελτιώσεως του εργατικού κόσμου, ή αυτοί εννοούν να κάμουν πανεργατικήν απεργίαν και να μεταφέρουν τον αγώνα εις το πεζοδρόμιον. Και τότε απεφάσισα την 4 Αυγούστου και την εξετέλεσα. Όπως βλέπετε, εσείς υπήρξατε η αφορμή, η τελευταία αφορμή της Μεταβολής εκείνης την οποίαν άλλωστε πλήθος άλλων λόγων σοβαρών και μεγάλων εθνικών και διεθνών, μας επέβαλλον. Αλλά το καθεστώς αυτό, του οποίου κατ’ αυτόν τον τρόπον είσθε αναπόσπαστα μέλη, εργάται, εργάτριαι και υπάλληλοι της Ελλάδος, εξεπλήρωσε προς σας και θα εκπληρώση πάντοτε τας υποχρεώσεις του. Θα ήθελα να σας αναφέρω μερικά πράγματα, τα οποία άλλωστε όλοι σας γνωρίζετε. Θα ήθελα, λέγω να σας εκθέσω εδώ ενώπιόν σας μέσα εις όσον το δυνατόν ολιγώτερα λόγια, διά να έχετε διαρκώς εις τον νούν σας και διά να έχετε πάντοτε μπροστά σας και το φάσμα του κινδύνου τον οποίον διετρέξατε και τον οποίον αποφύγατε χάρις εις την Μεταβολήν της 4ης Αυγούστου.

Εφαρμόζεται η γενίκευση του 8ώρου σε όλους σχεδόν τους εργαζομένους και 7ωρο για τους διανοητικά εργαζόμενους υπαλλήλους.
Δημιουργία κρατικών γραφείων εξευρέσεως εργασίας και κατάργηση των ιδιωτικών.

Η κεντρική ιδέα, η οποία ενέπνευσε την Κυβέρνησίν μου, ήτο ότι η εργασία αποτελεί ένα μέρος αναπόσπαστο της γενικής ασχολίας της ελληνικής κοινωνίας, δεν δύναται να χωρισθή από καμμίαν άλλην ασχολίαν και επομένως και εργάτης όστις ως φορεύς της εργασίας είναι αναπόσπαστος από την εργασίαν, είναι και αυτός στενώτατα συνδεδεμένος και αλληλέγγυος με όλην την άλλην ελληνικής κοινωνίαν. Το σύνολον της κοινωνίας, αρμονικά συνδεδεμένον με όλας τα απασχολήσεις των κατ’ ιδίαν ομάδων, αποτελεί ένα σύνολον του οποίου η πρόοδος είναι πρόοδος και των μερών αυτού, όπως η δυστυχία τών κατά μέρους ομάδων αντανακλά εις την τύχην του συνόλου. Επί τη βάσει της αρχής αυτής επροχωρήσαμεν. Και πρώτον μεν το οκτάωρον της εργασίας διά τον εργαζόμενον κόσμον εγενικεύθη σχεδόν εις όλας τας εργαζομένας τάξεις και επραγματοποιήθη εις 97 επαγγελματικούς και βιοτεχνικούς κλάδους, συμπεριλαμβανομένης και της κλωστοϋφαντουργίας. Επτάωρον ωρίσθη διά τους διανοητικά εργαζομένους, τους υπαλλήλους. Έτσι εξοικονομήθησαν 720.000 ώραι εργασίας καθ’ εκάστην ημέραν, δηλαδή 90.000 ημερομίσθια ημερησίως. Και με αυτόν τον τρόπον επλήγη η ανεργία. Η ανεργία, η οποία έτσι επλήγη από το οκτάωρον, απερροφήθη αφ’ ετέρου από τα παραγωγικά έργα τα οποία εξεμεταλλεύοντο την δυστυχίαν των και ιδρύθησαν κρατικά γραφεία ευρέσεως εργασίας, εις τας εξ κυριωτέρας πόλεις της Ελλάδος, καταργηθέντων των ιδιωτικών γραφείων και καταργηθείσης και της υπ’ αυτών εκμεταλλεύσεως του εργαζομένου κόσμου. Εξ χιλιάδες περίπου παλαιών πολεμιστών ετοποθετήθησαν εις υπαλληλικάς θέσεις. Εις 25.000 παλαιούς πολεμιστάς ανεγνωρίθση η πολεμική εφεδρεία ως χρόνος συνταξίμου υπηρεσίας.

Εφαρμογή συλλογικών συμβάσεων εργασίας.

Εσταματήσαμεν την προς τα κάτω φοράν των ημερομισθίων και την αθλιότητα εις την οποίαν κατεδίκαζε τους εργαζομένους και εκείνους που ελάμβανον τα οικτρά αυτά ημερομίσθια. Έχομεν έπειτα τας συλλογικάς συμβάσεις εργασίας. Η εθνική συλλογική σύμβασις ώρισε το κατώτερον όριον ημερομισθίων του εργάτου και του υπαλλήλου και επήλθε έτσι βελτίωσις των αποδοχών εις 80.000 εργάτας. Με αυτόν τον τρόπον εσταμάτησε και η χρησιμοποίησις των ανηλίκων, διότι οι εργοδόται δεν είχαν πλέον κανένα συμφέρον να χρησιμοποιούν τα ανήλικα εις τα εργοαστάσια, αφού θα ήσαν υποχρεωμένοι να τα πληρώσουν με το ελάχιστον όριον του ημερομισθίου. Ιδρύθη ολόκληρον συλλογικόν δίκαιον, με το οποίον εσταμάτησεν πλέον ο ανταγωνισμός και η πάλη των τάξεων και ενηρμονίσθησαν αι τάξεις που αποτελούν την ελληνικήν κοινωνίαν. Κατηρτίσθησαν 68 εθνικαί και 320 τοπικαί συλλογικαί συμβάσεις εργασίας. Επήλθεν έτσι βελτίωσις τους μισθού και των ημερομισθίων εις 560.000 εργάτας και τεχνίτας και εις 127.000 υπαλλήλους. Έτσι τα δικαιώματα και αι υποχρεώσεις των εργατών και εργοδοτών είναι αυστηρώς καθωρισμένα, πράγμα που εμποδίζει την γενίκευσιν των εκάστοτε παρουσιαζομένων μερικωτέρων διαφορών. Γιατί ζητήματα γενικωτέρας φύσεως εμφανίζονται μόνον εις τας διαπραγματεύσεις διά την σύναψιν ή την ανανέωσιν μιας συλλογικής συμβάσεως, που τότε η διαφωνία παραπέμπεται στο διαιτητικό δικαστήριο. Και τέτοιας φύσεως διαφωνίας, που αφορούσαν την διατύπωσιν όρου εις συλλογικήν σύμβασιν, εις το σύνολον των 388 συμβάσεων είχαμε 47. Διαφορές άλλης φύσεως ειδικές και μερικές που εις το παρελθόν δημιουργούσαν αιτίας διχονοιών και απεργιών, μέσα σε είκοσι και πλέον μήνας είχαμε 34.892. από αυτές ερρυθμίσθησαν με παρέμβασιν των υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας 32.955 και αι λοιπαί 1887 επήγαν στα δικαστήρια. Εβελτιώθησαν αι συντάξεις των απομάχων καπνεργατών, των φορτοεκφορτωτών, των μεταλλωρύχων, των εργατών θεάτρου και λιμενεργατών και ναυτεργατών. Εις 16.000 απομάχους εργάτας εδόθη αύξησις συντάξεως. 4.500 φυματικοί έλαβον επιδόματα θεραπείας. 22.000 άνεργοι καπνεργάται και εργάται άλλων κλάδων έλαβον, εξαιρετικά, βοηθήματα ανεργίας. Εις 36.000 άτομα εδόθη βελτίωσις του επιδόματος λόγω ασθενείας. Εις 67.000 ησφαλισμένους εγένετο βελτίωσις των παροχών κατά την απονομήν της συντάξεως. Και όλα αυτά χωρίς να επιβαρυνθή καθόλου το Δημόσιον Ταμείον, χάρις εις την αναδιοργάνωσιν των κλαδικών εργατικών ταμείων. Και έτσι, όχι μόνον αντιμετωπίσθησαν τα κολοσσιαία αυτά βάρη, αλλά συγχρόνως ηυξήθησαν τα αποθεματικά των ταμείων αυτών κατά 426 ολόκληρα εκατομμύρια δραχμών από του Ιουλίου 1936 μέχρι του Απριλίου 1938. Έρχονται έπειτα αι Κοινωνικαί Ασφαλίσεις. Εφηρμόσθησαν κατά πρώτον και εφαρμόζονται ήδη εις τας Αθήνας, τον Πειραιά και την Θεσσαλονίκην. Και ησφαλίσθησαν μέχρι τούδε κατά των επαγγελματικών νόσων και κατά των ατυχημάτων, δια την μητρόητα, και κατά του γήρατος και κατά του θανάτου 135.000 άνδρες εργάται, 45.000 εργάτριαι, 47.800 άνδρες υπάλληλοι, 9.200 γυναίκες υπάλληλοι, 18.400 άνδρες μαθητευόμενοι, 9.500 γυναίκες μαθητευόμεναι. Ήτοι ησφαλίσθησαν εν όλω 265.000 μισθωτοί, οι οποίοι ήταν έως τώρα ανασφάλιστοι. Σιγά –σιγά ο θεσμός αυτός, ο τόσον σωτήριος όχι μόνον διά τον εργατοϋπαλληλικόν κόσμον, αλλά διά το σύνολον της κοινωνίας, θα επεκταθή εις τα Πάτρας, τον Βόλον και τας Καλάμας. Και βραδύτερον εις τα Χανιά, Καβάλα και Ιωάννινα.

Από σήμερον 1ην Μαΐου ασφαλίζονται όλοι οι επαγγελματίαι και βιοτέχναι της Ελλάδος, εν όλω 114.000. Αν αναλογισθήτε ότι εις τα 100 χρόνια, τα οποία επέρασε το Έθνος αυτό με δήθεν ελευθέραν ζωήν, έως την 4ην Αυγούστου 1936, το σύνολον όλων των ησφαλισμένων κατά τα 100 αυτά χρόνια και των στρατιωτικών και πολιτικών υπαλλήλων συμπεριλαμβανομένων, κατά διαφόρων κινδύνων, ανήλθεν εις 283.000 περίπου και αν αναλογισθήτε ότι μόνον εις τους 20 μήνας της Εθνικής Κυβερνήσεως μέχρι σήμερον εξησφαλίσθησαν  376.000 περίπου, θα εννοήσετε την καταπληκτικήν μέριμναν της Κυβερνήσεως ταύτης υπέρ του εργαζομένου κόσμου.

Η αναψυχή και η διασκέδαση των εργατών στις προτεραιότητες της κυβερνήσεως. Ίδρυση της εργατικής εστίας.

Η αναψυχή, η τόσον αναγκαία διά τον εργαζόμενον κόσμον, η οποία του δίδει τα συναίσθημα ότι ζη και αυτός την ζωήν των άλλων ανθρώπων, απετέλεσε κύριον μέλημα της Εθνικής Κυβερνσήσεως. Ιδρύθη η Εργατική Εστία η οποία διέθεσε μέχρι τούδε 12.000.000 δραχμών διά κτίρια προς στέγασιν των εργατικών οργανώσεων εις τας διαφόρους πόλεις της Ελλάδος. Έγιναν εκδρομαί, εις τας οποίας έλαβον μέρος 10.000 εργάται και υπάλληλοι. Θεατρικαί παραστάσεις εγένοντο.  Ελειτούργησεν η εργατική άμιλλα εις την οποίαν έλαβον μέρος 150 εργοστάσια με 50.000 εργάτες. Έχομεν το ίδρυμα της χαράς και της εργασίας. Και ιδρύθη το κέντρον των εργαζομένων κοριτσιών και γυναικών, όπου μετά την εργασίαν των τα κορίτσια και αι γυναίκες απολαμβάνουν μερικάς ώρας αναψυχής και διασκεδάσεως.
Και το σπουδαιότερον από όλα: εσώσαμεν την δραχμήν, άνευ της σωτηρίας της οποίας εις ουδέν θα ωφέλουν τα ηυξημένα ημερομίσθια, ούτε αι συλλογικαί συμβάσεις, ούτε τα επιδόματα. Εσώσαμεν την δραχμήν με τραχύν αγώνα, αγωνιζόμενοι πολλάκις κατ’ αυτών τούτων των Ελλήνων, εκείνων οι οποίοι έβλεπαν το ιδιαίτερον αυτών συμφέρον ανώτερον από το γενικόν. Και δεν εδιστάσαμεν να λάβωμεν εναντίον αυτών τα αυστηρότερα των μέτρων. Σας αναφέρω επιπροσθέτως τα μέτρα τα οποία ελάβαμεν υπέρ του ναυτιλιακού κλάδου και τα οποία περιλαμβάνονται εις όσα ανωτέρω είπον. Αλλά τα αναφέρω ιδιαιτέρως, διότι ευρισκόμενος εις την πόλιν του Πειραιώς η οποία αποτελεί το ναυτικόν κέντρον της Ελλάδος, καταλαβαίνω και το ενδιαφέρον εκείνων οι οποίοι με ακούουν. Πλην των συλλογικών συμβάσεων και της βελτιώσεως η οποία επήλθεν εξ αυτών, όλα τα φορτηγά πλοία σήμερον έχουν πλήρη την οργανικήν σύνθεσιν τους πληρώματος αυτών. Κατ’ αυτόν τον τρόπον αντιμετωπίσθη με τον τελευταίον νόμον και ανεργία της επιβατηγού ναυτιλίας. Μέτρα εξαιρετικά ελήφθησαν διά το πλοηγικόν σώμα. Πολλαί δε αποζημιώσεις και επιδόματα εδόθησαν κατά τας ημέρας των εορτών εις τους ναυτεργάτας οι οποίοι είχαν τόσην ανάγκην. Αυτά και άλλα προστατευτικά υπέρ αυτών μέτρα πρόκειται να ληφθούν.

Η αύξηση του βιοτικού επιπέδου των εργατών και εν γένει της ελληνικής κοινωνίας, ήταν αναπόφευκτο να γίνει εις βάρος των κερδών των εργοδοτών, οι οποίοι και επαινούνται.

Και τώρα, αφού σας αναπαρέστησα το μεγαλοπρεπές οικοδόμημα της εργατικής πολιτικής της Κυβερνήσεως, αφού ευχαριστήσω ενώπιον υμών τους κ.κ. Υπουργούς, οι οποίοι με συνέδραμον εις αυτό, και ιδιαιτέρως τον αγαπητόν μου Υπουργόν της Εργασίας, οφείλω να αποδώσω και τον δίκαιον έπαινον εις τας εργοδοτικάς τάξεις της Ελλάδος, αι οποίαι, με αληθινήν αυτοθυσίαν πολλάκις, συνέδραμον το έργον της Κυβερνήσεως υπέρ του εργατοϋπαλληλικού κόσμου, όχι μόνον άνευ αντιδράσεως, όχι μόνον άνευ γογγυσμού, αλλά και με πλήρη και πραγματικήν αφοσίωσιν. Ο εργοδοτικός κόσμος της Ελλάδος απέδειξε διά της πράξεώς τους αυτής σύνεσιν, η οποία εμπνέει πραγματικά τον αστικόν ελληνικόν κόσμον, ο οποίος εννοεί ότι δεν δύναται και αυτός να υπάρξη άνευ του στερεού βάθρου του εργατοϋπαλληλικού κόσμου της Ελλάδος, εκ του οποίου και αυτός προέρχεται και ο οποίος αποτελεί το θεμέλιον της ασφαλείας ολοκλήρου της Ελληνικής κοινωνίας. Το εννόησε καλά αυτό και δι’ αυτό υπέστη τας θυσίας, αι οποίαι έπρεπε να προέλθουν εξ αυτού, και τας υπέστη χωρίς να επιβαρύνη το κοινωνικόν σύνολον, διότι η εκ του λόγου των μέτρων αυτών αύξησις του κόστους της ζωής δεν υπερέβη τα 2%-2,5% από το προηγούμενον έτος. Άρα αι εργοδοτικαί τάξεις της Ελλάδος υπέστησαν το βάρος των θυσιών αυτών εκ των κερδών των και οφείλω να ομολογήσω ότι εις τινας περιπτώσεις αι θυσίαι αυταί εκ των κερδών υπερέβησαν και αυτά τα κέρδη. Και η Κυβέρνσησίς μου και ιδίως το Υφυπουργείον της Εργασίας, τας περιπτώσεις αυτάς παρηκουλούθησε και τας παρακολουθεί μετά πολλής προσοχής ώστε να προβή εις την θεραπείαν παντός εξ υπερβολής ατόπου.

Οι αντιδράσεις των άεργων «ειδικών» επί οικονομικών θεμάτων (οι απόγονοι των οποίων συνεχίζουν να ποδηγετούν την Ελλάδα προς τον αφανισμό), που αντιτίθονταν στις εργασιακές συμβάσεις, γιατί θα... βούλιαζαν την Ελλάδα. Οι ίδιοι κύκλοι τον κατηγόρησαν ότι ωθούσε την Ελλάδα προς τον... κομμουνισμόν!!!

Τώρα, εννοείτε, κατά της τοιαύτης πολιτικής υπήρξαν και ανόητοι τινές αντιδράσεις ανθρώπων, οι οποίοι ζουν κλεισμένοι εις το γραφείον των και οι οποίοι αντιλαμβάνονται τον κόσμον και την πραγματικότητα την ανθρωπίνην μόνον από τα βιβλία, τα οποία διαβάζουν, και οι οποίοι εθεώρησαν ότι η εργατική αυτή πολιτική, η οποία αποτελεί το καύχημα και την υπερηφάνειαν της Κυβερνήσεώς μου και την σωτηρίαν της Ελλάδος, ήτο η πολιτική εις το βάθος της οποίας δεν δύναται να ανθέξη η Ελληνική κοινωνία. Μία αύξησις του κόστους ζωής κατά το περυσινόν καλοκαίρι και το φθινόπωρον, η οποία ούτε καν υπερέβη το 10% από το προηγούμενον έτος και της οποίας κυριώτερος λόγος ήτο η αύξησις της τιμής των υλών και των ειδών εις το εξωτερικόν, ωνομάσθη από τους ανθρώπους αυτούς αφόρητον βάρος και απεδόθη εις τας συλλογικάς συμβάσεις και τα ηυξημένα ημερομίσθια και εις όλους αυτούς τους λόγους, χωρίς ούτοι να συλλογισθούν ότι και αν ακόμη ξε ολοκλήρου η Ελληνική κοινωνία επλήρωνε την εργατικήν αυτήν πολοτικήν, ήτον καθήκον της να την πληρώση. Διότι δι’ αυτού του τρόπου εξασφαλίζεται η κοινωνική ειρήνη εις την χώραν αυτήν, και η τάξις και η ησυχιά και η συναδέλφωσις των κοινωνικών τάξεων. Αλλά, όπως σας είπα, η επιβάρυνσις του κόστους της ζωής επήλθεν εξ άλλων λόγων και ελάχιστα οφείλεται η επιβάρυνσις αύτη εις τα μέτρα υπέρ της εργασίας. Οι λόγοι ήσαν η ακρίβεια των ειδών εις εξωτερικόν και άλλοι τινές λόγοι συνδεόμενοι με την εν γένει παγκόσμιον οικονομίαν. Και τόσον είναι αληθές αυτό που λέγω, ώστε άμα οι λόγοι αυτοί ήρχισαν να εκλείπουν και η Κυβέρνησις μετ’ αυστηρότητος απέβλεψεν εις τα μέτρα κατά της αισχροκερδείας, το κόστος της ζωής ήρχισε να κατεβαίνη και ασφαλώς θα κατεβή εις το παλαιόν του επίπεδον. Τόσον πολύ μερικοί άνθρωποι ετρόμαξαν, διότι ο εργάτης θα ζήση και αυτός επί τέλους ως άνθρωπος, διότι και ο μισθωτός υπάλληλος θ’ αμειφθή κατά τρόπον, ώστε να αισθανθή και αυτός την αξίαν της ανθρωπίνης ζωής, ώστε ένας από αυτούς, τον οποίον τον αναφέρω έτσι επεισοδιακώς διά να γελάσωμε, δεν εδίστασε να γράψη μέσα εις ένα απόκρυφον έγγραφόν  του ότι ημείς ωθούμεν την Ελληνικήν κοινωνίαν προς τον κομμουνισμόν. Και όχι μόνον δεν εδίστασε να το γράψη και να διανείμη την σπουδαίαν αυτού ανακάλυψιν εις μερικά εκλεκτά πρόσωπα της Ελλάδος, αλλά ηθέλησε να την διανείμη και εις τους επισήμους ξένους, νοσταλγών επάνω – κάτω την επέμβασιν των ξένων εις τα εσωτερικά μας, όπως και μερικοί άλλοι, όλοι γνήσιοι απόγονοι των οικτρών Γραικύλων, οι οποίοι ενόμιζαν τιμήν των να γλείφουν τα πόδια της αρχαίας Ρώμης. Αυτού του είδους είναι οι άνθρωποι, οι οποίοι αντιδρούν. Δεν έχει μεγάλην αξίαν, ούτε σημασίαν η αντίδρασίς των. Αλλά τους αναφέρω μόνον και μόνον, διά να εννοήσητε όλοι σας, ότι αυτοί, οι οποίοι αποτελούν την ουράν του κοινοβουλευτικού κόσμου, είχαν την αξίωσιν με τέτοια μυαλά, εξαφανιζομένου του κοινοβουλευτικού κόσμου, να διοικήσουν αυτοί τον τόπον αυτόν και ίσως μέσα εις τα θολά των όνειρα την έχουν ακόμη.

Σας ανέφερα αυτάς τα μεμονωμένας περιπτώσεις, διά να εννοήσητε καλά το πώς σκέπτονται οι σχολαστικοί αυτοί άνθρωποι, που θέλουν να εκπροσωπήσουν την διανόησιν της Ελλάδος, μολονότι είναι μεγάλη τιμή δι’ αυτούς και ότι τους αναφέρω σε μία τέτοια συγκέντρωσι. Διότι όποιος θέλει να ιδή την πραγματικότητα, καλά θα κάμη ν’ αφήση τα βιβλία και τους τοίχους του γραφείου του και να βγη εις το παράθυρο διά να ιδή ολόκληρο το Ελληνικό Έθνος να διατρέχη τον δρόμον του με τέτοιαν ορμήν, που αλλοίμονον σε όποιον θα ήθελε να διανοηθή καν ν’ ανακόψη την ορμήν αυτήν.

Με τέτοιους οιωνούς και με τέτοιας όχι πλέον ελπίδας, αλλά με τέτοιαν πεποίθησιν εορτάζομεν την σημερινήν εορτής της πρωτομαγιάς με πλήρη χαράν και με πλήρη συναδέλφωσιν όλων των Ελλήνων.  Δεν υπάρχει παρά μια Ελληνική Κοινωνία, και αι διαφοραί της ασχολίας δεν μας διαιρούν εις τάξεις, παρά εις ανθρώπους που ασχολούνται μεν εις διαφόρους εργασίας, αλλ’ αλληλεγγύους μεταξύ των και υποχρεωμένους εις το σύνολον το οποίον είναι έτοιμον να βοηθήση τον ένα έκαστον από ημάς. Με τοιαύτα αισθήματα σας χαιρετίζω σήμερον εργάται, εργάτριαι και υπάλληλοι των Αθηνών και του Πειραιώς, και διά μέσου υμών χαιρετίζω ολόκληρον τον εργατοϋπαλληλικόν κόσμον της Ελλάδος, αναπόσπαστον μέσα εις ολόκληρον το ελληνικόν σύνολον και σας παρακαλώ να φωνάξωμεν με όλον τον ενθουσιασμόν μας υπέρ εκείνου όστις ενσαρκώνει την Ελληνικήν ενότητα: Ζήτω ο Βασιλεύς! Ζήτω ο εργατοϋπαλληλικός κόσμος της Ελλάδος! 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου